Τα οστεοπορωτικά κατάγματα συνοδεύονται με έντονο πόνο, ιδιαίτερα κατά την κινητοποίηση του ασθενούς. Στην περίπτωση που δεν συνοδεύονται με πιεστικά φαινόμενα επί των νευρικών δομών και από νευρολογικά ελλείμματα, μπορούν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά (κηδεμόνας και ακινητοποίηση για 4-6 εβδομάδες) ή χειρουργικά (κυφοπλαστική).
Η κυφοπλαστική αποτελεί μια διαδερμική επεμβατική μέθοδο, η οποία μπορεί να γίνει με τοπική ή γενική αναισθησία. Σαν γενικός κανόνας θα πρέπει να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό μετά το κάταγμα. Τα πλεονεκτήματα της κυφοπλαστικής είναι η άμεση ανακούφιση από τον πόνο και η άμεση κινητοποίηση του ασθενούς. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ειδικά στους ηλικιωμένους ασθενείς, καθότι αποφεύγονται συχνές επιπλοκές από την παρατεταμένη ακινητοποίηση, όπως θρομβώσεις, μυϊκή ατροφία, κατακλίσεις και λοιμώξεις.
Όσον αφορά το τεχνικό κομμάτι, ο ασθενής τοποθετείται πρηνής στο χειρουργικό τραπέζι υπό γενική ή τοπική αναισθησία. Διαμέσου δύο πολύ μικρών τομών του δέρματος (περίπου 2-3 χιλιοστά) εκατέρωθεν της σπονδυλικής στήλης, και υπό ακτινολογική καθοδήγηση, τοποθετούνται ειδικές κάνουλες στο σπονδυλικό σώμα που φέρει το κάταγμα. Σε περιπτώσεις που κριθεί απαραίτητο, λόγω ιδιαίτερης μορφολογίας του κατάγματος, γίνεται ταυτόχρονη χρήση του ρομποτικού συστήματος νευροπλοήγησης. Ακολούθως, διαμέσου της κάνουλας εισάγεται ένα ειδικό μπαλόνι μέσα στο σώμα του σπονδύλου αριστερά και δεξιά, με σκοπό να επαναφέρει το ύψος του σπονδύλου. Αφού γίνει αυτό, τα μπαλόνια ξεφουσκώνονται και αφαιρούνται αφήνοντας μία κοιλότητα στο σπονδυλικό σώμα, στην οποία εγχύεται τελικώς το ειδικό τσιμέντο. Ο ασθενής κινητοποιείται άμεσα και εξέρχεται του νοσοκομείου την ίδια ακόμα ημέρα.